ΣΕΒΑΣΤΟΠΟΥΛΕΙΟΥ ΑΓΩΝΟΣ ΚΡΙΣΙΣ (1925) - Υπό Κων. Ι. Λογοθέτου
Χαρτόδετο βιβλίο.
Καθαρεύουσα γλώσσα.
Πολύ καλή κατάσταση.
ΣΕΒΑΣΤΟΠΟΥΛΕΙΟΥ ΑΓΩΝΟΣ ΚΡΙΣΙΣ
ΑΝΑΓΝΩΘΕΙΣΑ ΕΝ ΤΗ ΤΩΝ ΤΕΛΕΤΩΝ ΑΙΘΟΥΣΗ ΤΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΤΗ 17 ΜΑΪΟΥ 1925
Συγγραφέας: ΥΠΟ ΚΩΝ. Ι. ΛΟΓΟΘΕΤΟΥ
Εκδόσεις: ΤΟ ΑΘΗΝΗΣΙΝ ΕΘΝΙΚΟΝ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΝ
Έτος εκδόσεως: 1925
Σελίδες: 32
Διαστάσεις: 23 Χ 15,5
---
O Κωνσταντίνος Λογοθέτης, Έλληνας εθνικιστής, Πανεπιστημιακός θεολογών καθηγητής της Φιλοσοφικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, ιστορικός της Φιλοσοφίας, κορυφαίος Ελληνομαθής και αμετακίνητος υποστηρικτής των αξιών και των δικαιωμάτων του Ελληνισμού, υπέρμαχος της καθαρεύουσας γλώσσας, γεννήθηκε στις 3 Φεβρουαρίου 1883 στο χωριό (το) Κέντρο ή Μπίλιοβα ή Γαϊτσές ή Γαϊτσοχώρια, ανατολικά του Κάμπου Αβιάς στις υπώρειες της βουνοκορφής του Ριντόμου της Βορειοδυτικής Μεσσηνιακής Μάνης, και πέθανε στις 12 Μαΐου 1975 στην Αθήνα.
Πατέρας του ήταν ο Ιωάννης Λογοθέτης. Ο Κωνσταντίνος ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές του στην Καλαμάτα και στη συνέχεια φοίτησε στην Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Μετά την αποφοίτηση του μετέβη για μεταπτυχιακές σπουδές στη Γερμανία, όπου παρακολούθησε μαθήματα στα Πανεπιστήμια του Βερολίνου και της Λειψίας. Επιστρέφοντας στην Ελλάδα μετά τις σπουδές του στο εξωτερικό, διορίστηκε καθηγητής της Φιλολογίας, από το 1905 έως το 1908, στη «Ροβέρτειο Ελληνική Σχολή» της Κωνσταντινουπόλεως και έπειτα από το 1917 έως τις 25 Φεβρουαρίου 1925, όταν εκλέχθηκε καθηγητής στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο, καθηγητής ψυχολογίας καί Φιλοσοφίας στη «Ριζάρειο Εκκλησιαστική Σχολή» Αθηνών, θέση στην οποία διαδέχθηκε τον καθηγητή Ζήση Ρώσση.
Ο Λογοθέτης ήταν μέλος της εταιρείας «Ο Ελληνισμός» που ιδρύθηκε στις 15 Νοεμβρίου 1892. Σκοπός της σύμφωνα με το καταστατικό της, ήταν η εξερεύνησις και η θεραπεία των δικαίων του ελληνισμού, ενώ για την επίτευξη του σκοπού της εξάγγειλε την έκδοση δημοσίων αναγνωσμάτων. Η Εταιρεία εργάζεται για την ενίσχυση του εθνικού φρονήματος και την προετοιμασία, ηθικά και υλικά, του απόδημου ελληνισμού αλλά και της ελεύθερης Ελλάδας, προς όφελος των αλύτρωτων επαρχιών. Η εταιρεία διακρίνονταν από ελιτίστικες και ακαδημαϊκές τάσεις, διατηρούσε πολύ στενές σχέσεις με το στράτευμα, ενώ πολλά μέλη της συμμετείχαν και στην «Eθνική Eταιρεία». Απευθύνθηκε στις μικροαστικές τάξεις της πρωτεύουσας και του Πειραιά, στόχευε στην οργάνωση της εργατικής τάξεως στην Ελλάδα κι αποτέλεσε μία έκφραση ανορθολογικών τάσεων του πρώιμου Ελληνικού εθνικοσοσιαλισμού.
Ο εθνικιστής πανεπιστημιακός Νεοκλής Καζάζης εκλέχθηκε πρόεδρος της στις 10 Οκτωβρίου 1894, θέση στην οποία διαδέχθηκε τον εθνικιστή καθηγητή Πανεπιστημίου Γεώργιο Κρέμο, και τη διατήρησε ως το θάνατό του, προωθώντας τις αλυτρωτικές επιδιώξεις της και δρώντας υπέρ των σκλάβων πατρίδων του Ελληνισμού. Μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της εταιρείας διατέλεσε, επίσης, ο εθνικιστής πανεπιστημιακός Παύλος Καρολίδης. Την 1η Ιανουαρίου του 1898 άρχισε να εκδίδεται το επίσημο όργανο της εταιρείας, η μηνιαία Εθνική Επιθεώρηση «Ελληνισμός». Το δίκτυο της εταιρείας εξαπλώθηκε και στο εξωτερικό, στο Βουκουρέστι, τη Σεβαστούπολη και άλλες πόλεις, όπου διοργάνωνε διαλέξεις, ενώ το 1905, ιδρύθηκε το φοιτητικό τμήμα της και μεταξύ των μελών της περιλαμβάνονταν ο Λογοθέτης καθώς και ο εθνικιστής γλωσσολόγος Γεώργιος Χατζιδάκις. Πρώτη περίοδος δράσεως της εταιρείας ήταν από το 1892 έως το 1915 και δεύτερη περίοδος από το 1923 έως το 1936 ενώ κατά το ενδιάμεσο διάστημα φαίνεται να είχε περιέλθει σε αδράνεια, φανερώνοντας έτσι την πολιτική της προέκταση. Οι δραστηριότητες της εταιρείας έπαυσαν ουσιαστικά το 1936 με τον θάνατο του ισόβιου προέδρου της, καθηγητή του Πανεπιστημίου της Αθήνας Νεοκλή Καζάζη.
Ο Λογοθέτης ανακηρύχθηκε διδάκτορας της Φιλοσοφίας υποβάλλοντας τη διατριβή του με θέμα «Η περί των Ιδεών θεωρία του Πλάτωνος» η οποία βραβεύτηκε το 1908 στο «Σούτσειο» διαγωνισμό. Το ακαδημημαϊκό έτος 1925-26, κατέλαβε την έδρα του καθηγητή της Ιστορίας της Φιλοσοφίας στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, όπου διαδέχθηκε τον καθηγητή Μαργαρίτη Ευαγγελίδη και το 1928 ο Λογοθέτης και ο Θεόφιλος Βορέας απέρριψαν την διατριβή επ' υφηγεσία την οποία υπέβαλε ο μετέπειτα καθηγητής Ιωάννης Θεοδωρακόπουλος. Το Ακαδημαϊκό έτος 1934-35 διατέλεσε Κοσμήτορας της Φιλοσοφικής Σχολής. Το Δεκέμβριο του 1944 ο Λογοθέτης συνελήφθη αιχμάλωτος από τους ένοπλους συμμορίτες μέλη και οπαδούς του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος και τον Ιανουάριο του 1945 ακολούθησε την τραγική πορεία εκατοντάδων εθνικιστών, στη διάρκεια της οποίας δολοφονήθηκαν εκατοντάδες, ενώ ο Λογοθέτης υπέστη σοβαρά κρυοπαγήματα και νοσηλεύτηκε στην Άμφισσα. Aποχώρησε από τη θέση του καθηγητή το 1953 με τη συμπλήρωση του ορίου ηλικίας. Μετά την αποχώρηση του από την Πανεπιστημιακή έδρα ανακυρήχθηκε ομότιμος καθηγητής.
Ο Λογοθέτης, που ήταν σύγχρονος και σε πολλά ομόγνωμος με τον Θεόφιλο Βορέα, καλλιέργησε την ιστορία της φιλοσοφίας κατά τρόπο που να την επιβάλλει ως κλάδο φιλοσοφικό και επιστημονικό. Διακρίθηκε για την ευρυμάθεια και την επιστημονική του ευσυνειδησία. Το έργο του καλύπτει χρονικά την αρχαία Ελληνική, Πατερική και Σχολαστική φιλοσοφία, την φιλοσοφία της Αναγεννήσεως, την περίοδο του Γαλλικού Διαφωτισμού, τον Αγγλικό Εμπειρισμό, την Φιλοσοφία του Καντ και του Γερμανού ιδεοκράτη φιλοσόφου Hengel. Τα φιλοσοφικά δημοσιεύματα του δεν είναι απλώς επιστημονικά τεκμηριωμένα αλλά έχουν και ερευνητικό χαρακτήρα. Σύμφωνα με τον Κωνσταντίνο Δ. Γεωργούλη «....πάσαι αί συγγραφαί [σ.σ. του Λογοθέτη] οικοδομούνται επί προσωπικής αναστροφής μέ τά φιλοσοφικά κείμενα και επί τής αναδρομής είς τάς πρώτας πηγάς...». Ο καθηγητής Λογοθέτης ασχολήθηκε με θέματα της κλασσικής φιλολογίας και δημοσίευσε διάφορες συνεργασίες στον Πλάτωνα, στο «Δελτίο» της «Εταιρείας Ελλήνων Φιλολόγων» και αλλού. Υπήρξε ο πρώτος θεολογών Νεοέλληνας φιλόσοφος.
Ο Κωνσταντίνος Λογοθέτης ήταν καθαρολόγος. Κατά τον Κωνσταντίνο Δ. Γεωργούλη υπήρξε «.....Θερμός πρόμαχος τού έλληνοχριστιανικού πνεύματος...{...}...δέν μπόρεσε νά άντιληφθή τήν παιδευτική σημασία καί τήν αξία τής ζωντανής μας γλώσσας κι έμεινε προσκολλημένος στήν καθαρεύουσα. Άγωνίσθηκε μάλιστα εναντίον τού δημοτικισμού καλλιεργώντας τή γλωσσική μυθολογία μέ έπιχειρήματα όπως τό παρακάτω: «Οί όρισμοί τών χυδαϊστών διεγείρουσι τόν οίκτον. Τό περίφημον πυθαγόρειον πρόβλημα διατυπούται ώδε: Καθενού όρθάγκωνου τριάγκωνου τό τεσσαράγκωνο τής αποκατινής τεντώστρας είναι όσο καί τά τεσσαράγκωνα τών δυο άλλοινών παϊδιών του».
Το έργο του που είναι τεράστιο σε όγκο ταξινομείται:
- στο υπαγόμενο στην ιστορία της Φιλοσοφίας,
- στο καθαρά Φιλολογικό έργο.