ΒΑΒΡΙΟΥ ΜΥΘΙΑΜΒΟΙ ΑΙΣΩΠΕΙΟΙ - FABLES DE BABRIUS (δεκ. 1880)
Σκληρόδετο βιβλίο.
Εξώφυλλα από χαρτόνι.
Δερμάτινη ράχη. Υπολείμματα αυτοκόλλητης ετικέτας στην ράχη.
Γλώσσα αρχαία ελληνική. Πρόλογος και υποσημειώσεις στα γαλλικά.
Πολύ καλή κατάσταση.
ΒΑΒΡΙΟΥ ΜΥΘΙΑΜΒΟΙ ΑΙΣΩΠΕΙΟΙ
FABLES DE BABRIUS
Συγγραφέας: ΒΑΒΡΙΟΣ & ΑΙΣΩΠΟΣ
Επιμέλεια: M. L. FEUILLET
Εκδόσεις: LIBRAIRIE CLASSIQUE EUGENE BELIN
Τόπος εκδόσεως: ΠΑΡΙΣΙ
Έτος εκδόσεως: χ. χ. (δεκαετία 1880)
Σελίδες: 120
Διαστάσεις: 18 Χ 11
---
Ο Βαβρίας ή Βάβριος ήταν συγγραφέας έμμετρων μύθων που άκμασε περί το 200 μ.Χ. και έγραψε στην ελληνική γλώσσα.
Ελάχιστα πράγματα γνωρίζουμε για τον ίδιο τον Βαβρία. Δεν είναι γνωστό αν ήταν Ρωμαίος ή Έλληνας. Πιθανολογείται από μερικούς ότι κατοικούσε στη Συρία. Μάλλον ήταν εξελληνισμένος Ρωμαίος, όπως διαφαίνεται από τον τύπο του ονόματος και τη λατινικής δομής στιχουργική του. Αποσπάσματα μύθων του πρωτοαναφέρονται σε κείμενα του 3ου αιώνα μ.Χ.. Στους ίδιους τους μύθους δεν υπάρχουν χρονολογικές ενδείξεις.
Σύμφωνα με το Λεξικό της Σούδας ο Βαβρίας συνέγραψε δέκα βιβλία με μυθιάμβους (μύθους γραμμένους σε ιαμβικό μέτρο). Το έργο του γενικώς είναι συλλογή από ποιητικούς μύθους, που στην πλειονότητά τους έχουν αντληθεί από αρχαίες συλλογές Αισώπειων μύθων σε πεζό λόγο. Σε αυτούς, ο Βαβρίας έχει προσθέσει και μερικούς δικής του εμπνεύσεως ή δανεισμένους από άλλες πηγές (Ηρόδοτος, Ξενοφών). Το περιεχόμενο των μύθων είναι σαφώς διδακτικό και ηθοπλαστικό, αλλά τα ρητά-«ηθικά διδάγματα» με τα οποία τελειώνει ο κάθε μύθος (άλλοτε πεζά, άλλοτε έμμετρα) μάλλον είναι μεταγενέστερες προσθήκες.
Ο Βάβριος θεωρούσε τον εαυτό του δημιουργό νέου λογοτεχνικού είδους — φαίνεται πως αγνοούσε την ύπαρξη του Φαίδρου, ο οποίος εκατό και πλέον χρόνια νωρίτερα είχε μεταφέρει σε ιαμβικό στίχο μερικούς μύθους του Αισώπου, αλλά στη λατινική γλώσσα, πράγμα που αγνοούσαν οι Έλληνες. Στον δεύτερο πρόλογο της συλλογής του ο Βαβρίας, αφού τονίζει ότι ο Αίσωπος ήταν ο πρώτος συγγραφέας μύθων, γράφει: «και εγώ δίνω στη Μούσα τον νέο μυθίαμβο». Βέβαια και ο Σωκράτης (βλ. Φαίδων 61 Β), όταν βρισκόταν στη φυλακή, είχε μεταφέρει σε στίχους μύθους του Αισώπου, δύο στίχους του μάλιστα παραθέτει ο Διογένης ο Λαέρτιος. Αλλά ο Βάβριος είναι ο γνωστότερος και συστηματικότερος μεταπλάστης των μύθων αυτών σε έμμετρη ελληνική γλώσσα, καθώς η σχετική συλλογή που φέρεται ότι έγραψε ο Δημήτριος ο Φαληρέας χάθηκε.
Στους στίχους του, ο Βαβρίας χρησιμοποιεί το ιαμβικό τρίμετρο, αλλά στον τελευταίο «πόδα» θέτει «σπονδείον» αντί για ίαμβο, οπότε το μέτρο ονομάζεται και χωλίαμβος, μέτρο που είχαν χρησιμοποιήσει οι προγενέστεροι Ιππώναξ και Καλλίμαχος. Είναι μέτρο που αρμόζει στη διήγηση, και για τον λόγο αυτό καταλληλότατο για το λογοτεχνικό είδος στο οποίο επιδόθηκε ο Βαβρίας. Οι στίχοι του έχουν ωραίο ύφος που ανακλά θαυμάσια την απλότητα της καθημερινής ομιλίας. Ο κάθε μύθος του έχει το πολύ 30 στίχους, εκτός από τον «Λιοντάρι, αλεπού και ελάφι», που είναι πολύ εκτενέστερος.
Ο Αίσωπος (Μεσημβρία Ευξείνου Πόντου, 620 π.Χ. - Δελφοί, 560 π.Χ.) ήταν αρχαίος Έλληνας μυθοποιός και μυθογράφος. Θεωρείται ιδρυτής του λογοτεχνικού είδους που σήμερα ονομάζεται παραβολή ή αλληγορία. Για τη ζωή του δεν υπάρχουν ακριβείς και συγκεκριμένες πληροφορίες.
Είναι ο διασημότερος από τους αρχαίους μυθοποιούς, αναμφισβήτητος πατέρας του αρχαίου μύθου. Θεωρείται επίσης ο κορυφαίος της λεγόμενης διδακτικής μυθολογίας. Δεν έγραψε κανέναν από τους μύθους αλλά τους διηγούταν προφορικά.
Πρωταγωνιστές στους μύθους του Αισώπου είναι, κατά το πλείστον, ορισμένα ζώα, όπως η αλεπού, ο λύκος, το λιοντάρι, το ελάφι κ.ά. Κυρίως είναι διάλογοι μεταξύ ζώων που μιλούν κι ενεργούν σαν άνθρωποι (τα «φωνήεντα ζώα»), ενώ υπάρχουν και μερικοί με ανθρώπους ή θεούς. Πρόκειται για μικρά οικιακά αφηγήματα, διατυπωμένα με μεγάλη συντομία. Ο χαρακτήρας τους είναι ηθικοδιδακτικός, συμβολικός κι αλληγορικός. Οι Μύθοι αυτοί έχουν ιδιαίτερη χάρη, θαυμαστή απλότητα κι άφταστη διδακτικότητα. Είναι παρμένοι από τη καθημερινή ζωή και τη φύση. Είχε τη μοναδική ικανότητα να δίνει στα ζώα ανθρώπινες ιδιότητες, ψυχή και λαλιά, σε τέτοιο βαθμό που να θεωρείς ότι οι μύθοι του ήταν κάποτε η πραγματικότητα και όλα αυτά που διηγείται έχουν συμβεί. Βασικό χαρακτηριστικό των διηγήσεών του ήταν το επιμύθιο το οποίο ήταν εύληπτο για τα παιδιά και το λαό.
Οι Αισώπειοι Μύθοι (Αἰσώπου Μῦθοι) γράφτηκαν σε πεζό λόγο. Ως γνωστό, μέχρι τότε, μόνον ο έμμετρος λόγος, η ποίηση, θεωρούνταν το μοναδικό εκφραστικό είδος για τους συγγραφείς. Συνεπώς μπορεί να θεωρηθεί κι ως πρωτοπόρος στο είδος του. Ιδεολογία τους είναι η αποδοκιμασία του κακού στις πιο αντιπροσωπευτικές μορφές του: της βίας, της απάτης, της αυθαιρεσίας, της προδοσίας, της ματαιοδοξίας, της αλαζονείας, της ψευδολογίας, της πλεονεξίας, της πονηριάς. Η αποδοκιμασία επιχειρείται άλλοτε με αναφορά στη Θεία δίκη, άλλοτε με πειστικές υποδείξεις, πιο συχνά όμως με τη διαπίστωση του παραλογισμού του κακού, με τη γελοιοποίηση του καθώς και με τη φιλοσοφική ενατένιση της ζωής.
Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, ο Αίσωπος ήταν πολύ γνωστός «λογοποιός». Εκτός από τους μύθους γνώριζε και διηγούνταν πολλά αστεία κι ανέκδοτα. 'Άλλοι υποστηρίζουν ότι δε δημιούργησε μύθους αλλά τους συγκέντρωσε, τους συμπλήρωσε και τους τελειοποίησε. Αυτοί προέρχονταν είτε από τους αρχαιότερους Έλληνες είτε από άλλους λαούς, όπως οι Φρύγες. Δεν αποκλείεται βέβαια να επινόησε κι ο ίδιος μερικούς απ' αυτούς. Πάντως, τους χρησιμοποίησε πολύ στη ζωή του, με τόση δεξιότητα κι επιτυχία, ώστε να συνδεθεί τελικά το όνομά του μ' αυτούς.
Λέγεται πως διηγόταν τους μύθους του αυτούς όχι μόνο στη διάρκεια της ζωής του αλλά και με σκοπό να υποστηρίξει την αθωότητά του στο δικαστήριο (όταν κατηγορήθηκε από τους ιερείς του Μαντείου των Δελφών για κλοπή και καταδικάστηκε μετέπειτα σε θάνατο). Μέσα τους διακρίνεται το ευρύ, παρατηρητικό του πνεύμα κι η ικανότητά του να διδάσκει με μικρές, απλές ιστορίες, που πάντα έχουν στο τέλος κάποιο ηθικό δίδαγμα. Συνήθιζε με την παρατηρητικότητα και τη βαθιά σοφία του να πλάθει τέτοιες ιστορίες και να τις λέει γύρω του. Με τον καιρό απέκτησε μεγάλη φήμη κι όλοι έτρεχαν κοντά του για να ακούσουν κάποιο μύθο του σχετικά με κάποιο πρόβλημα τους. Σιγά σιγά οι μύθοι του άρχισαν να μεταδίδονται από στόμα σε στόμα μεταξύ των ανθρώπων, μέχρι την ελληνιστική εποχή οπότε συγκεντρώθηκαν για πρώτη φορά.